Πριν μερικές μέρες ψάχνοντας παλιά πράγματα στην αποθήκη βρήκα σε μια κούτα ένα περιοδικό το γεωτρόπιο με
ημερομηνία σάββατο 13 οκτωμβρίου 2001.
Ξεφυλλίζοντας το βρήκα ένα ενδιαφέρον θέμα για μια φυλή στην ταυλάνδη η οποια ίσως
σήμερα να μην υπάρχει πια η καλύτερα να έχει αφομοιωθεί με τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Μλάμπρι – Ταιλάνδη Τα πνεύματα του δάσους
Στη βόρεια Ταιλάνδη στις επαρχίες ΝΑΝ και ΠΡΑΕ ζουν οι τελευταίοι της φυλής των Μλάμπρι.Καμιά εκατοστή όλοι κι όλοι.
Είναι οι απόγονοι των ''ανθρώπων του δάσους'',που για αιώνες,αν όχι για χιλιετίες έζησαν σε πλήρη αρμονία με τη ζούγκλα,ως νομάδες κυνηγοί.
Ο 20ος αιώνας όμως σήμανε την αρχή του τέλους τους.
Η παρακμή της φυλής ξεκίνησε οταν οι γείτονες τους άρχισαν να καίνε τα δάση για να τα κάνουν καλλιεργήσιμη γη,στερώντας απο
τους Μλάμπρι την τροφή και αναγκάζοντας τους να γίνουν ένα είδος σύγχρονων σκλάβων.
Σε δέκα,είκοσι χρόνια απο τώρα οι Μλάμπρι δεν θα υπάρχουν πια.Θα έχουν αφομειωθεί απο τους άλλους πληθησμούς και μόνο
στις ιστορίες τους θα θυμούνται την εποχή που ανακάλυπταν τα μυστικά της ζούγκλας για να την αντιμετωπίσουν και να τους προστατεύσει.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ Τα πνεύματα των κίτρινων φύλλωνΑποκαλούμενοι απο τους ταιλανδούς με κάποια ποιτική διάθεση και ώς τα “πνεύματα των κίτρινων φύλλων”, οι Μλάμπρι είναι
μια ξεχωριστή φυλή νομάδων του δάσους που έχει ταυτίσει την ύπαρξη της με τη ζούγκλα της Ταιλάνδης.
Πήραν την ονομασία αυτή απο τη πρακτική τους να χρησιμοποιούν φύλλα απο μπανανιές στη κατασκευή της στέγης των
καλυβιών τους,τα οποία έφτιαχναν μεσα στο τροπικό δάσος απο κορμούς μπαμπου.
Οταν τα φύλλα κιτρίνιζαν ύστερα απο δυο εβδομάδες,οι Μλάμπρι έπαιρναν “σήμα” για να μετακινηθούν σε άλλο
σημείο της ζούγκλας όπου συνέχιζαν το κυνήγι και τη συλλογή καρπών.
Με αυτό το σοφό σύστημα περιοδικής εκμετάλλευσης των πόρων του δάσους εξασφάλιζαν την ανανεωσιμότητα των
πλουτοπαραγωγικων πηγών τους και τη διαιώνιση της φυλής τους επι αιώνες.
Σήμερα δυστυχώς οι άνθρωποι του δάσους απειλούνται με εξαφάνιση,καθώς υπολογίζεται οτι η φυλή αριθμεί λιγότερα απο 200 άτομα.
Οι Μλάμπρι είναι ιδιέτερα ευάλωτοι στις αρρώστιες,λόγω της ανεπαρκούς ιατρικής υποδομής της χώρας αλλά και επειδή η
πολύτιμη παραδοσιακή γνώση της φυλής για τις ιαματικές ιδιότητες εκατοντάδων βοτάνων και φυτών της ζούγκλας δεν
μπορεί να φανεί χρήσιμη για να καταπολεμήσει τις σύγχρονες αρρώστιες που τους προσβάλλουν.Εκτός όμως απο τις ασθένιες οι
Μλάμπρι δηλητηριάζονται και απο τις τροφές που συλλέγουν και καταναλώνουν,καθώς τα περισσότερα αγροτικα προιόντα της
περιοχής είναι γεμάτα απο μεγάλες δόσεις υπολειμμάτων λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων.
Οι Μλάμπρι προέρχονται απο το Λάος και εθνολογικώς είναι μογγολικής προέλευσης.Είναι η μία απο τις δύο
τελευταίες εναπομείνασες φυλές τροφοσυλλεκτών που συναντώνται στη νοτιοανατολική Ασία (η άλλη είναι οι Σεμάνγκ που ζούν
στη νότια Ταιλάνδη και τη βόρια Μαλαισία).
Είναι ανιμιστές,έχουν πατριαρχική κοινωνική δομή και οργάνωση,με βασική κοινωνική ομάδα αναφοράς την πατριά,που
αποτελείται απο 3 εώς 12 άτομα.Σε αντίθεση με τα παραδοσιακά ήθη άλλων ιθαγενών λαών,οι Μλάμπρι χωρίζουν και
ξαναπαντρεύονται με μεγάλη ευκολία και απαγορεύεται να κρατούν κακία στους πρώην συντρόφους τους.Η διαδικασία είναι
απλή και αρκετά λειτουργική.Εάν κάποιο έγγαμο μέλος της φυλής συνάψει δεσμό με άλλο άτομο,έγγαμο ή μή,προχωρεί άμεσα το
διαζύγιο,πρόνοια που λαμβάνεται κυρίως για να προστατευθεί απο την επίδραση των κακών πνευμάτων το άτομο που “απατήθηκε” και έμεινε μόνο.
Οι Μλάμπρι έχουν αναγνωριστεί απο τη διεθνή κοινότητα ώς ιθαγενής λαός και ο πολιτισμός τους θεωρείται κτήμα της
κοινής κληρονομιάς της ανθρωπότητας.Μάλιστα,τα τελευταία χρόνια.οργανώσεις που ενεργοποιούνται υπέρ της
προστασίας απειλούμενων φυλών υποστηρίζουν ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης των Μλάμπρι στο χωριό Μπαν Μουνιεν.
Εκεί οι άνθρωποι του δάσους εκπαιδεύονται ώστε να αποκτήσουν τις απαραίτητες γνώσεις και την κατάληλη καθοδηγηση για να
μπορέσουν να ανταποκριθούν στηριζόμενοι στις δικές τους δυνάμεις στις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης που έχουν να
αντιμετωπίσουν μέσα στο περιβάλλον του τροπικού δάσους,απο το οποίο προέρχονται,στο οποίο έχουν μάθει να ζουν και το
οποίο διαρκώς συρικνώνεται,εξαιτίας της εντατικής αποδάσωσης που μαστίζει τη Ταιλάνδη όπως άλωστε συμβαίνει και στις περισσότερες χώρες της περιοχής.
Εκτός απο το πρόβλημα της αποδάσωσης,πάντως το δάσος ειναι σήμερα αντικείμενο εκμετάλλευσης απο ποικίλα οικονομικά
συμφέροντα αλλά και επίμαχο πεδίο διεκδίκησης απο τις φτωχές κοινότητες των Ταιλανδών αγροτών που αναζητούν
περισσότερες εκτάσεις για καλλιέργεια.Ετσι,η άλλοτε ελεύθερη προσβαση που είχαν στο δάσος οι Μλάμπρι δεν
είναι σήμερα δυνατή,καθώς οι διεκδικούντες ιδιοκτησιακα δικαιώματα επί του δάσους απλά δεν το επιτρέπουν.
Η συνέπεια είναι ότι οι άλλοτε άνθρωποι του δάσους είναι υποχρεωμένοι να κατοικούν σε καταυλισμούς -καταφύγια,όπου για να
επιβιώσουν είναι αναγκασμένοι να εργάζονται στον τουριστικό τομέα,ενασχόληση υποτιμητική και τελείως ασύμβατη με τη
φύση και τη κουλτούρα τους.Ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα είναι οτι οι Μλάμπρι δεν δέχονται την ιδιοκτησία γής και η
άρνηση τους να εγκατασταθούν σε κάποια περιοχή και να λειτουργήσουν ως αγρότες,ακόμη και αν με κάποιο τρόπο
εξασφάλιζαν γη για να καλλιεργήσουν,τους οδηγεί σε ακόμη πιο δυσχερή κατάσταση.


Στην Ταιλάνδη από την αυγή του 20ού αιώνα οι Μλάμπρι παρακολουθούν αβοήθητοι τη γή τους,την προστατευτική μάνα-ζούγκλα να συρρικνώνεταιΗ συστηματική αποψίλωση των σπάνιων τροπικων δάσων και οι φωτιες
που μπαίνουν για να εξασφαλίσουν καλλιεργήσιμη γη εχουν οδηγήσει στην εξαφάνιση του 80% των δασικών εκτάσεων της Ταιλάνδης.
Αυτοί οι ειρηνόφιλοι νομάδες,οι Μλαμπρι παθητικά παρατηρουν την αναπόφευκτη καταστροφή του φυσικου οικοσυστήματος,βιώνοντας
ταυτόχρονα τη δική τους παρακμή.Στις επαρχίες ΝΑΝ και ΠΡΑΕ στα σύνορα με το Λάος,το πυκνό δάσος εχει δώσει τη θέση του
σε ενα σχεδόν ερημικό τοπίο.
Εδώ κι εκει σκιώδεις σιλουέτες απο αποτεφρομένα δέντρα θυμίζουν την προσφατη καταστροφή.ΟΙ ντόπιοι αγρότες Χμονγκ έχουν
μετατρέψει τους γυμνούς λόφους σε ορυζώνες ή φυτείες καλλιέργειας καλαμποκιού.
Οι μουσώνες στερουν απο τις φτωχές καλλιέργειες τα θρεπτικά τους στοιχεία και την επόμενη χρονιά θα πρεπει να βρεθούν κι άλλα χωράφια.
Οι αγρότες θα κάψουν ακόμη μερικά εκτάρια πολυτιμου δάσους για να φυτέψουν.
Στη μέση αυτου του σκηνικού αγριέματος περιπλανώνται παραζαλισμένες μερικές χαμένες ψυχές,αυτές των Μλάμπρι.
Δεν έχουν πια τρόπο να εξασφαλίσουν την τροφή τους,καθώς η γή είναι ξερή και τα μικρά θηράματα τους ( όπως οι σκίουροι,οι
αρουραίοι των αγρών,η μοσχογάλη,οι πέρδικες) έχουν μετακινηθεί σε πιο φιλόξενα μέρη.
Τα μάνγκο,οι αγριομπανανιές και οι αρωματικές ρίζες μπαμπού δεν επαρκουν για να θρέψουν τις οικογένειες που ζούν στην περιοχή όλο το χρόνο.
Τα καβούρια και τα ψάρια έχουν εγκαταλείψει τα ξερά ποτάμια.Σπρωγμένοι απο την πείνα οι Μλάμπρι παραιτημένοι πια δεν
έχουν άλλη επιλογή παρά να αναζητήσουν τροφή στα μέρη γειτόνων τους,των Χμονγκ.
Στο παρελθόν με άθικτη την αξιοπρέπια τους οι Μλάμπρι θα είχαν πάει σ΄αυτους κρατώντας στα χέρια ενα καλάθι καμωμένο απο
καλάμι γεμάτο μέλι,ελεφαντόδοντο ή βότανα για τη θεραπεία νοσημάτων που μόνο αυτοί γνωρίζουν τις ευεργετικές τους ιδιότητες.
Θα πήγαιναν και θα αντάλλασαν τα προιόντα τους με ένα γουρουνι,μια χούφτα ρύζι,καπνό,ή ενα ρούχο.
Σήμερα όμως οι Μλάμπρι πάνε με άδεια χέρια.Κουβαλούν μόνο την εργατική τους δύναμη προσδοκώντας σε αντάλλαγμα ένα κομμάτι ψώμί.
Το δάσος δεν υπάρχει πια για να τους καλύψει τις βασικές ανάγκες τους,οπότε οι Μλάμπρι βασίζονται πια και εξαρτώνται απο
τους Χμόνγκ για την επιβιωσή τους.
Οι Χμόνγκ έχουν καταλάβει πως έχουν τα πραγματα και εκμεταλλέυονται στο έπακρον τους ευάλωτους Μλάμπρι.
Τους χρησιμοποιούν για να καλλιεργήσουν τις εκτάσεις που όταν ήρθαν στην περιοχή περνώντας τα σύνορα απο το
Λάος για να γλυτώσουν απο το κουμουνιστικο καθεστώς,στη δεκαετία του '70,βρήκαν δενδροφυτεμένες.
Στην αρχή καλλιεργούσαν όπιο,τώρα όμως δοκιμάζουν άλλους σπόρους.Για να επεκτείνουν τις δραστηριότητες τους καίνε τα
δάση παίρνοντας για εργάτες τους Μλάμπρι.
Και τι σκληρό παράδοξο αλήθεια.Για να μήν πεθάνουν απο την πείνα οι Μλάμπρι συμμετέχουν στην καταστροφή του δικου τους δάσους.
Δεχόμενοι μάλιστα να τους αντιμετωπίζουν σαν σκλάβους.

Ανάμεσα στους καπνούς της φωτιάς,που ανάβει για να κρατάει τα κουνούπια μακριά προβάλλει η Γιαπάπο με το γιό της,Ιπάο.
Η μάνα ζεί ακόμη με τον τρόπο που έμαθε απο παιδί.Οταν ο Ιπάο μεγαλώσει όμως,ίσως να μην θυμάται τίποτα απο τη ζωή των προγόνων του

Συνεχιζεται...